Greek Meaning of walled

περιφραγμένος

Other Greek words related to περιφραγμένος

Definitions and Meaning of walled in English

Webster

walled (imp. & p. p.)

of Wall

FAQs About the word walled

περιφραγμένος

of Wall

περιγεγραμμένο,Κλειστό,περικυκλωμένος,επισυνάπτεται,περιφραγμένο,εγκλωβισμένος (στην),επισυναπτόμενο,δακτυλιωτός,περικυκλωμένος,περικυκλωμένος

επιτέθηκε,επιτεθεί,επιτέθηκε,περικυκλωμένος,πολιορκημένος,εφόρμησε,υποβληθεί,υποχώρησε,κατακλύζω,ενέδωσε

wallboard => Γυψοσανίδα, wallaroo => ουαλαρό, wallah => Βαλά, wallack => wallack, wallachian => Βλαχία,