Greek Meaning of surrounded
περικυκλωμένος
Other Greek words related to περικυκλωμένος
- περικύκλωση
- αγκαλιάστηκε
- περικυκλωμένος
- περιελάμβανε
- δακτυλιωτός
- πολιορκημένος
- επισυνάπτεται
- περιτριγυρισμένο
- περιζωσμένος
- περιστοιχισμένος
- επισυναπτόμενο
- στεφανωμένος
- περικυκλωμένος
- περιγεγραμμένο
- Κλειστό
- περιτριγυρισμένο
- Περικυκλωμένος (εκτός)
- εδραιωμένος
- περιφραγμένο
- περίμετρος
- εγκλωβισμένος (στην)
- οχυρωμένος
- σμήνευαν
- περιφραγμένος
Nearest Words of surrounded
Definitions and Meaning of surrounded in English
surrounded (s)
confined on all sides
FAQs About the word surrounded
περικυκλωμένος
confined on all sides
περικύκλωση,αγκαλιάστηκε,περικυκλωμένος,περιελάμβανε,δακτυλιωτός,πολιορκημένος,επισυνάπτεται,περιτριγυρισμένο,περιζωσμένος,περιστοιχισμένος
No antonyms found.
surround => περιβάλλει, surrogate mother => Παρένθετη μητέρα, surrogate => παρένθετη μητέρα, surrey => Σάρρεϋ, surreptitiously => υποκρυφίως,