Greek Meaning of circling
κυκλοφορία
Other Greek words related to κυκλοφορία
- περιελισσόμενος
- περιτύλιγμα
- βρόχος
- σπείρα
- σπειροειδής
- σπειροειδής
- στροβιλιζόμενο
- κάμψη
- ελικοειδής
- τιρμπουσόν
- σγουρός
- curling
- καμπύλος
- καμπυλώνω
- έμμεσος
- κυκλικός κόμβος
- ερπετοειδής
- ελικοειδής
- ελικοειδής
- Στριμμένο
- Στρέβλωση
- πλανόδιος
- περιέλιξη
- Ζιγκ-ζαγκ
- ζιγκ-ζαγκ
- τρελός
- στρεβλός
- καμπύλος
- ύπουλος
- ακανόνιστος
- οδοντωτό
- ελικοειδής
- περιπλάνηση
- ανομοιόμορφος
- Ανεμώδης
Nearest Words of circling
- circocele => Κιρσοκήλη
- circuit => κύκλωμα
- circuit board => Μεταλλική Πλακέτα
- circuit breaker => Διακόπτης κυκλώματος
- circuit card => Ηλεκτρονική πλακέτα
- circuit court of appeals => Εφετείο κυκλώματος
- circuiteer => ηλεκτρολόγος μηχανικός
- circuiter => κυκλική βαθμολόγηση
- circuition => κυκλοφορία
- circuitous => ελικοειδής
Definitions and Meaning of circling in English
circling (p. pr. & vb. n.)
of Circle
FAQs About the word circling
κυκλοφορία
of Circle
περιελισσόμενος,περιτύλιγμα,βρόχος,σπείρα,σπειροειδής,σπειροειδής,στροβιλιζόμενο,κάμψη,ελικοειδής,τιρμπουσόν
άμεσο,γραμμικός,ίσιος,αμέσως
circlet => στεφάνι, circler => κύκλο, circled => περικύκλωση, circle round => σε κύκλο, circle of willis => κύκλος του Willis,