Greek Meaning of spiraling

σπειροειδής

Other Greek words related to σπειροειδής

Definitions and Meaning of spiraling in English

Wordnet

spiraling (s)

in the shape of a coil

FAQs About the word spiraling

σπειροειδής

in the shape of a coil

κυκλοφορία,περιελισσόμενος,περιτύλιγμα,βρόχος,σπείρα,στροβιλιζόμενο,κάμψη,ελικοειδής,τιρμπουσόν,καμπύλος

άμεσο,γραμμικός,ίσιος,αμέσως

spiral spring => Ελικοειδή ελατήρια, spiral ratchet screwdriver => Σπειροειδής ρόπτρο κατσαβίδι, spiral nebula => Σπειροειδής νεφέλη, spiral galaxy => Ελικοειδής γαλαξίας, spiral bandage => Ελικοειδής επίδεσμος,