Greek Meaning of hemmed
περικυκλωμένος
Other Greek words related to περικυκλωμένος
- θορυβώδης
- διστακτικός
- δίσταζε
- ταλαντεύτηκε
- περίμενε
- υποχώρησε
- ισορροπημένος
- αργοπορώ
- καθυστερημένος
- εκ προθέσεως
- δίστασε
- διακοπεί
- έμεινε πίσω
- έμεινε
- σε παύση
- Σκεφτόταν
- αναβλήθηκε
- ενδοιασμός
- κλιμακωτό
- ταλαντεύτηκε
- δίστασε
- δίστασε
- ζυγισμένο
- κουνούσε
- κότες (έξω)
- θεωρούμενος
- καθυστερείν
- συζήτησαν
- αμφίβολος
- περιφραγμένο
- ταλαντευόμενος
- διστακτικός
- διστακτικός
- επηρεάστηκε
- διστακτικός
Nearest Words of hemmed
Definitions and Meaning of hemmed in English
hemmed (imp. & p. p.)
of Hem
FAQs About the word hemmed
περικυκλωμένος
of Hem
θορυβώδης,διστακτικός,δίσταζε,ταλαντεύτηκε,περίμενε,υποχώρησε,ισορροπημένος,αργοπορώ,καθυστερημένος,εκ προθέσεως
αποφάσισε,βυθισμένος (σε),αναδευμένος,προηγμένος,συνέχεια,βούτηξε,περιστέρι (μέσα σε),Κουνήθηκε
hemlock water dropwort => Κώνειον το στικτόν, hemlock tree => Κώνειο, hemlock => κώνειο, hemline => στρίφωμα, hemizygous vein => Ημιζευγής φλέβα,