Greek Meaning of equivocated

αμφίβολος

Other Greek words related to αμφίβολος

Definitions and Meaning of equivocated in English

Webster

equivocated (imp. & p. p.)

of Equivocate

FAQs About the word equivocated

αμφίβολος

of Equivocate

σοκαρισμένος,διστακτικός,ξεγλιστράει,Μιλάω με υπεκφυγές,μιλάω με περιστροφές,αποφύγω,σκύβω,αποφεύγω,πλαστογραφημένος,περιφραγμένο

No antonyms found.

equivocate => παλινδρομώ, equivocalness => διφορούμενος, equivocally => αμφίβολα, equivocal => αμφίβολος, equivocacy => ασάφεια,