Greek Meaning of tergiversated
διαστρέβλωσε
Other Greek words related to διαστρέβλωσε
- Μιλάω με υπεκφυγές
- δίστασε και ψέλλισε
- σοκαρισμένος
- ξεγλιστράει
- μιλάω με περιστροφές
- αποφύγω
- σκύβω
- αμφίβολος
- αποφεύγω
- πλαστογραφημένος
- περιφραγμένο
- διστακτικός
- Βρίσκομαι ανάμεσα σε δύο επιλογές
- διστακτικός
- παρακάμφθηκε
- επικρίθηκε
- έκρινε αυστηρά
- παρακάμπτω
- απέφυγε
- απέφυγε
- άλλαξε γνώμη
- αποφύγω
- απέφευξα
- απέφυγε
- φουστα
- γιο-γιο
Nearest Words of tergiversated
Definitions and Meaning of tergiversated in English
tergiversated
to engage in tergiversation
FAQs About the word tergiversated
διαστρέβλωσε
to engage in tergiversation
Μιλάω με υπεκφυγές,δίστασε και ψέλλισε,σοκαρισμένος,ξεγλιστράει,μιλάω με περιστροφές,αποφύγω,σκύβω,αμφίβολος,αποφεύγω,πλαστογραφημένος
No antonyms found.
tequilas => τεκίλες, tenures => Θητείες, tenty => σκηνή, tents => σκηνές, tentie => Δέκα,