Greek Meaning of lit up
φωτισμένο
Other Greek words related to φωτισμένο
- τυφλός
- μεθυσμένος
- μεθυσμένος
- τηγανητό
- εξασθενημένος
- σπαταλημένος
- βρεγμένος
- ερωτευμένος
- ανατιναγμένη
- Μεθυσμένος
- κονσέρβα
- στραβός
- αεριοποιημένο
- σφυρηλατημένος
- υψηλός
- Μεθυσμένος
- Μεθυσμένος
- μεθυσμένος
- αναμμένος
- φορτωμένο
- βρόχος
- τουρσί
- σοβατισμένο
- γλάστρα
- σκισμένος
- μεθυσμένος
- συντριμμένος
- σάλτσα
- Μεθυσμένος
- μεθυσμένος
- βραστά
- άκαμπτος
- βρωμερός
- πέτρινος
- μικρός
- σφιχτός
- μεθυσμένος
- αδιάθετος
- εξαλειφθεί
- στην τσάντα
- ζουμερός
- μεθυσμένος
- άδειος
- Μεθυσμένος σαν κύριος
- Μεθυσμένος
- υπό την επήρεια
- αλκοολικός
- μπίρας
- μπερδεμένος
- με θολά μάτια
- Μεθυσμένος
- στραβός
- Μεθυσμένος
- διεφθαρμένος
- διψομανής
- διασκορπισμένος
- διεφθαρμένος
- νυσταγμένος
- δακρύβρεχτος
- λαδωμένο
- στραβoμaτης
- έκθαμβος
- αστραπιαία
- μεθυσμένος
- εξαντλημένος
Nearest Words of lit up
Definitions and Meaning of lit up in English
lit up
drunk sense 1a
FAQs About the word lit up
φωτισμένο
drunk sense 1a
τυφλός,μεθυσμένος,μεθυσμένος,τηγανητό,εξασθενημένος,σπαταλημένος,βρεγμένος,ερωτευμένος,ανατιναγμένη,Μεθυσμένος
ξηρός,νηφάλιος,ίσιος,κουλ,επίπεδο,σταθερός,εύκρατο,εγκρατής,εγκρατής,καθαρό μυαλό
lit into => επιτέθηκε εναντίον, lit (upon) => φωτισμένο, lit (up) => αναμμένος (πάνω), lists => λίστες, listings => Καταχωρήσεις,