Greek Meaning of lit (upon)

φωτισμένο

Other Greek words related to φωτισμένο

Definitions and Meaning of lit (upon) in English

lit (upon)

No definition found for this word.

FAQs About the word lit (upon)

φωτισμένο

Τυχαίνω, πέφτω πάνω σε,έπεσε,συγκρούστηκε (με),έπεσε (σε),διασταυρωμένα,σταυρωμένος,Συνέβη (σε),Τσακίζω (επάνω),προσέγγισε,

Απέφευξε,δραπέτευσε,αποφεύγω,σοκαρισμένος,σκύβω,απέφυγε,απέφευξα,αποφύγω

lit (up) => αναμμένος (πάνω), lists => λίστες, listings => Καταχωρήσεις, listing (for) => Καταχώρηση (για), listens (to) => ακούει (κάποιον),