Greek Meaning of remet

Ρεμیت

Other Greek words related to Ρεμیت

Definitions and Meaning of remet in English

remet

to meet again

FAQs About the word remet

Ρεμیت

to meet again

Συνδεδεμένος,σύμμαχοι,συνεργάστηκε,Συνεργάστηκε,συζευγμένο,προσχώρησε,συγχωνευμένο,Επανασυναρμολογήθηκε,επανασυγκροτήθηκε,επανασυναρμολογήθηκε

Χώρισαν,αποθανών,διαλυμένος,διασκορπισμένος,Αριστερά,χωρίζω,αποσυνδεδεμένος,Απογειώθηκε,δυσλειτουργικός

remembrances => Αναμνήσεις, remeets => ξανασυναντιέται, remeeting => επανασύνδεση, remeet => ξανασυναντήσετε, remediating => αποκατάσταση,