Greek Meaning of remediating

αποκατάσταση

Other Greek words related to αποκατάσταση

Definitions and Meaning of remediating in English

remediating

remedial, to make (something) the target of remedial action, to make the target of remedial action

FAQs About the word remediating

αποκατάσταση

remedial, to make (something) the target of remedial action, to make the target of remedial action

Βελτιούμενος,διύλιση,αποκατάσταση,επανορθωτικό,διορθωτικός,βελτιωτικό,τροποποίηση,βελτίωση,ενισχυτικό,εμπλουτίζων

επιζήμιος,βλαβερός,πονώντας,βλαπτική,βλαβερό,μειώνοντας,κακομαθαίνω,θάμπωμα,ακυρωτική,Επιδεινώνοντας

remediated => αποκατεστημένος, remeasured => επανάμετρηση, rematerializing => υλοποιούμε, rematerialize => επανυλοποίηση, remarrying => επαναγαμία,