Greek Meaning of blighting
καταστροφικός
Other Greek words related to καταστροφικός
- Ατέλεια
- επιζήμιος
- βλαβερός
- πονώντας
- βλαπτική
- βλαβερό
- φθορά
- καταστροφική
- κακομαθαίνω
- ακυρωτική
- αδέξιος
- Καταστροφικός
- ελλατωματικός
- ζάρωμα
- Ανακατωμένος
- ασήμαντο
- καταστρεπτικός
- Κολλώδες
- φυσώντας
- απίστευτος
- εκκίνηση
- καταστροφή
- αδέξιος
- αδέξιος
- Σφαγή
- Μεταγλώττιση
- κλώτσημα
- αδέξιος
- Μάφιν
- ταλαντευόμενο
- μπερδεύω (πάνω)
- καταστρέφω (τα πράγματα)
- χαντακώνω
- αφράτος
- Μόρυνση
- χαλάω (πάνω)
- χάνοντας (πάνω)
- κακομεταχείριση
- κακοδιαχείριση
- καταστρέφω
- χαντακώνω
Nearest Words of blighting
Definitions and Meaning of blighting in English
blighting (p. pr. & vb. n.)
of Blight
blighting (a.)
Causing blight.
FAQs About the word blighting
καταστροφικός
of Blight, Causing blight.
Ατέλεια,επιζήμιος,βλαβερός,πονώντας,βλαπτική,βλαβερό,φθορά,καταστροφική,κακομαθαίνω,ακυρωτική
βελτιωτικό,βελτίωση,ενισχυτικό,βοηθητικός,Βελτιούμενος,διορθωτική,διύλιση,επανορθωτικό,Μεταρρυθμίζοντας,επιδιόρθωση
blighter => ενοχλητικός, blighted => κατεστραμμένο, blight canker => Καρκίνος, blight => Φυτόφθορα, blighia sapida => Blighia sapida,