Greek Meaning of botching

καταστροφή

Other Greek words related to καταστροφή

Definitions and Meaning of botching in English

Webster

botching (p. pr. & vb. n.)

of Botch

FAQs About the word botching

καταστροφή

of Botch

φυσώντας,αδέξιος,καταστροφική,αδέξιος,απίστευτος,εκκίνηση,αδέξιος,αδέξιος,Σφαγή,επιζήμιος

βελτιωτικό,βελτίωση,ενισχυτικό,βοηθητικός,Βελτιούμενος,διορθωτική,διύλιση,επανορθωτικό,Μεταρρυθμίζοντας,Θεραπεία

botches => γκάφες, botchery => Χασάπικο, botcherly => πρόχειρος, botcher => χασάπης, botchedly => αδέξια,