Greek Meaning of homeric
ομηρικός
Other Greek words related to ομηρικός
- επικός
- ένδοξος
- υπέροχος
- επιβλητικός
- βαρονικός
- κολοσσιαίος
- Κοσμικό
- φοβερός
- γενναιοδωρος
- Μεγάλος
- μεγαλοπρεπής
- ηρωικός
- ηρωικός
- αυτοκρατορικός
- επιβλητικός
- εντυπωσιακός
- πολυτελής
- θαυμαστός
- μαζικός
- μνημειακός
- ευγενής
- οπερατικός
- υπερήφανος
- βασιλικός, βασιλιάς
- αξιοσημείωτος
- βασιλικός
- υπέροχος
- μεγαλοπρεπής
- τεράστιος
- υπέροχος
- αποκαλυπτικός
- αποκαλυπτικός
- Αύγουστος
- καταπληκτικός
- φρικτός
- ουράνιος
- θείος
- εξαιρετικός
- εξωφρενικός
- Όμορφος
- ουράνιος
- φουσκωμένο
- βασιλικός
- σπάταλος
- εύγενος
- μεγαλειώδης
- θαυμάσιος
- τερατώδης
- πολυτελής
- παλατιανός
- πομπώδης
- πριγκιπικός
- θαυμαστός
- βασιλικός
- τρομερός
- εντυπωσιακός
- εκπληκτικός
- υψηλός
- λαμπρός
- θαυμάσιος
- φοβερός
- θαυμαστός
- κοσμικός
Nearest Words of homeric
- homer thompson => Χόμερ Τόμσον
- homer armstrong thompson => Όμηρος Άρμστρονγκ Τόμσον
- homer a. thompson => Όμηρος Α. Τόμσον
- homer => Όμηρος
- homepage => αρχική σελίδα
- homeowner => ιδιοκτήτης κατοικίας
- homeotic gene => ομοιωτικό γονίδιο
- homeothermic => ομοιοθερμικός
- homeotherm => θερμόαιμο
- homeostatically => ομοιοστατικά
- homeroom => Αίθουσα Ομαδικών Συζητήσεων
- home-school => Εκπαίδευση στο σπίτι
- homesick => νοσταλγία
- homesickness => Νοσταλγία
- home-speaking => μητρική γλώσσα
- homespun => χειροποίητος
- homestall => οικισμός
- homestead => αγρόκτημα
- homestead law => Νόμος περί εδαφικών εκμεταλλεύσεων
- homesteader => αποικιστής
Definitions and Meaning of homeric in English
homeric (a)
relating to or characteristic of Homer or his age or the works attributed to him
homeric (a.)
Of or pertaining to Homer, the most famous of Greek poets; resembling the poetry of Homer.
FAQs About the word homeric
ομηρικός
relating to or characteristic of Homer or his age or the works attributed to himOf or pertaining to Homer, the most famous of Greek poets; resembling the poetry
επικός,ένδοξος,υπέροχος,επιβλητικός,βαρονικός,κολοσσιαίος,Κοσμικό,φοβερός,γενναιοδωρος,Μεγάλος
μέσος,κοινός,ταπεινός,σεμνός,συνηθισμένος,αδιάφορος,ανάξιος λόγου,ταπεινός,ταπεινός,μέση τιμή
homer thompson => Χόμερ Τόμσον, homer armstrong thompson => Όμηρος Άρμστρονγκ Τόμσον, homer a. thompson => Όμηρος Α. Τόμσον, homer => Όμηρος, homepage => αρχική σελίδα,