Greek Meaning of baronial

βαρονικός

Other Greek words related to βαρονικός

Definitions and Meaning of baronial in English

Wordnet

baronial (s)

impressive in appearance

Webster

baronial (a.)

Pertaining to a baron or a barony.

FAQs About the word baronial

βαρονικός

impressive in appearancePertaining to a baron or a barony.

επικός,ένδοξος,Μεγάλος,αυτοκρατορικός,επιβλητικός,υπέροχος,επιβλητικός,μαζικός,υπερήφανος,βασιλικός, βασιλιάς

μέσος,κοινός,ταπεινός,ταπεινός,σεμνός,συνηθισμένος,αδιάφορος,αφανής,ταπεινός,μέση τιμή

barong => Μπαρόνγκ, baronetize => αναγορεύω σε βαρόνο, baronetise => Βαρονέτο, baronetcy => βαρονέτο, baronetage => βαρονάτο,