Greek Meaning of hardcore
σκληροπυρηνικός
Other Greek words related to σκληροπυρηνικός
- βαθύς
- εδραιωμένος
- αμετανόητος
- ισόβιος
- ριζωμένος
- χρόνιος
- επιβεβαιωμένο
- βαθιά ριζωμένο
- Βαθιά ριζωμένος
- εγγενής
- οχυρωμένος
- Ενδογενής
- φυσικός
- επίμονος
- επίμονος
- εγκαταστημένος
- τυπικός
- έμφυτος
- μόνιμος
- συνηθισμένος
- συνήθης
- ενσωματωμένο
- ανθεκτικός
- βαθιά ριζωμένος
- στερεός
- σταθερός
- κατεψυγμένο
- συνήθης
- σκληρός
- αυστηρός και γρήγορος
- ενσωματωμένο
- εμφυτευμένο
- Έμφυτος
- ενδογαμικός
- εμπεδωμένο
- εδραιωμένος
- έμφυτος
- εμφύσησε
- ολοκλήρωμα
- τακτικός
- σετ
- αμετάβλητο
- αμετάβλητος
- συνήθης
- ανεξίτηλος
Nearest Words of hardcore
Definitions and Meaning of hardcore in English
hardcore (s)
intensely loyal
extremely explicit
FAQs About the word hardcore
σκληροπυρηνικός
intensely loyal, extremely explicit
βαθύς,εδραιωμένος,αμετανόητος,ισόβιος,ριζωμένος,χρόνιος,επιβεβαιωμένο,βαθιά ριζωμένο,Βαθιά ριζωμένος,εγγενής
σύντομος,εφήμερος,φευγαλέος,προσωρινός,στιγμιαίος,προσωρινός,βραχυπρόθεσμος,Προσωρινός,παροδικός,Βραχύβιος
hard-cooked egg => Αυγά σφιχτά, hardbound => σκληρόδετο, hard-boiled egg => Σκληρά βρασμένο αυγό, hard-boiled => σκληρόβραστος, hardboard => Μοριοσανίδα,