Greek Meaning of hardcover

Σκληρό εξώφυλλο

Other Greek words related to Σκληρό εξώφυλλο

Definitions and Meaning of hardcover in English

Wordnet

hardcover (n)

a book with cardboard or cloth or leather covers

Wordnet

hardcover (s)

having a hard back or cover

FAQs About the word hardcover

Σκληρό εξώφυλλο

a book with cardboard or cloth or leather covers, having a hard back or cover

Σκληρό εξώφυλλο,Μαλακό εξώφυλλο,Χαρτόδετο,Μαλακό εξώφυλλο,βιβλίο,κατάλογος,κατάλογος,Εγκυκλοπαίδεια,folio,Οδηγός

No antonyms found.

hard-core => σκληροπυρηνικός, hardcore => σκληροπυρηνικός, hard-cooked egg => Αυγά σφιχτά, hardbound => σκληρόδετο, hard-boiled egg => Σκληρά βρασμένο αυγό,