Greek Meaning of primer
αστάρι
Other Greek words related to αστάρι
Nearest Words of primer
- primed => ασταρωμένο
- prime time => Ώρες αιχμής
- prime quantity => Πρώτος αριθμός
- prime of life => Άνθος της ηλικίας
- prime number => Πρώτος αριθμός
- prime mover => Κύριος κινητήρας
- prime minister => Πρωθυπουργός
- prime meridian => Πρώτος μεσημβρινός
- prime interest rate => Προνομιακό επιτόκιο
- prime factor => Πρώτος παράγοντας
Definitions and Meaning of primer in English
primer (n)
an introductory textbook
any igniter that is used to initiate the burning of a propellant
the first or preliminary coat of paint or size applied to a surface
FAQs About the word primer
αστάρι
an introductory textbook, any igniter that is used to initiate the burning of a propellant, the first or preliminary coat of paint or size applied to a surface
εγχειρίδιο,εγχειρίδιο,κείμενο,Σχολικό βιβλίο,λεξικό,Εγκυκλοπαίδεια,γραμματική,Λεξικό,αναγνώστης,Πραγματεία
No antonyms found.
primed => ασταρωμένο, prime time => Ώρες αιχμής, prime quantity => Πρώτος αριθμός, prime of life => Άνθος της ηλικίας, prime number => Πρώτος αριθμός,