Greek Meaning of fitted (in or into)

Κατάλληλος (σε ή μέσα)

Other Greek words related to Κατάλληλος (σε ή μέσα)

Definitions and Meaning of fitted (in or into) in English

fitted (in or into)

No definition found for this word.

FAQs About the word fitted (in or into)

Κατάλληλος (σε ή μέσα)

τοποθετημένος,σφηνωμένος (σε ή μεταξύ),εργάστηκε στο,πρόσθεσε,κόβω,με άκρα,εγχυμένος,insinuated,παρεμβατικός,παρενέβη

αποκλείστηκε,Εξαιρούμενος,εξαγόμενος,αποσύρθηκε,αφαιρείται,αποσπασμένος,εκτοπισμένος,εκδιωκόμενος,απορριπτόμενος,αφαιρείται

fits the bill => ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις, fits => κατάλληλο, fit to be tied => θυμωμένος, fit (out) => Εξοπλίζω, fit (in) => Εντάσσεται,