Greek Meaning of fitted (in)
ενσωματωμένο (σε)
Other Greek words related to ενσωματωμένο (σε)
Nearest Words of fitted (in)
- fitted (out) => εξοπλισμένος
- fitted the bill => Ήταν κατάλληλο.
- fitting (in or into) => κατάλληλος (για μέσα ή μέσα)
- fitting (out) => Εξάρτηση
- fitting the bill => κατάλληλος για το λογαριασμό
- fittings => εξαρτήματα
- five-and-dime => φτηνιάρικο κατάστημα
- five-and-dimes => ψιλικατζίδικα
- five-and-ten => ψιλικατζίδικο
- fivers => πεντόλιρες
Definitions and Meaning of fitted (in) in English
fitted (in)
No definition found for this word.
FAQs About the word fitted (in)
ενσωματωμένο (σε)
ανήκε σε,τοποθετημένος,πήγε,έμεινε
No antonyms found.
fitted (in or into) => Κατάλληλος (σε ή μέσα), fits the bill => ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις, fits => κατάλληλο, fit to be tied => θυμωμένος, fit (out) => Εξοπλίζω,