FAQs About the word fitted (in)

ενσωματωμένο (σε)

ανήκε σε,τοποθετημένος,πήγε,έμεινε

No antonyms found.

fitted (in or into) => Κατάλληλος (σε ή μέσα), fits the bill => ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις, fits => κατάλληλο, fit to be tied => θυμωμένος, fit (out) => Εξοπλίζω,