Greek Meaning of fatherly
πατρικός
Other Greek words related to πατρικός
- αδελφικός
- μητρικός
- Συναισθηματικός
- αδελφικός
- ερωτικός
- ερωτευμένος
- χυλώδης
- Ρομαντικός
- δακρύβρεχτος
- ερωτευμένος
- λατρεύω
- στοργικός
- φλογερός
- φροντιστικός
- συμπονετικός
- προσεκτικός
- φιλικός
- αφοσιωμένος
- στοργικός
- ερωτευμένος
- φλογερό
- οπαδός
- συγχωρητικός
- φιλικός
- ανθρώπινος
- παθιασμένος
- ευγενικός
- αγαπώντας
- παθιασμένος
- κατανόηση
- ζεστός
- Θερμόκαρδος
- απόμακρος
- αντικοινωνικός
- κουλ
- αποσπασμένος
- μακρινό
- ξηρός
- παγωμένος
- αδιάφορος
- απόμακρος
- άσπλαχνος
- απομακρυσμένος
- κρατημένος
- απόμακρος-η-ο
- άκαμπτος
- αδιάφορος
- Ανεπηρέαστος
- αναίσθητος
- χωρίς αγάπη
- σκληρόκαρδος
- κρύος
- Ψυχρός στα μάτια
- Απογοητευμένος
- κρύο
- Σκληρόκαρδος
- άκαρδος
- αδίστακτος
- ανεπιθύμητος
- ανασυγκρότηση
- ασυναισθητος
- ψυχρός
- σκληρόβραστος
- Άψυχος
- αρομαντικός
Nearest Words of fatherly
Definitions and Meaning of fatherly in English
fatherly (s)
like or befitting a father or fatherhood; kind and protective
fatherly (a.)
Like a father in affection and care; paternal; tender; protecting; careful.
Of or pertaining to a father.
FAQs About the word fatherly
πατρικός
like or befitting a father or fatherhood; kind and protectiveLike a father in affection and care; paternal; tender; protecting; careful., Of or pertaining to a
αδελφικός,μητρικός,Συναισθηματικός,αδελφικός,ερωτικός,ερωτευμένος,χυλώδης,Ρομαντικός,δακρύβρεχτος,ερωτευμένος
απόμακρος,αντικοινωνικός,κουλ,αποσπασμένος,μακρινό,ξηρός,παγωμένος,αδιάφορος,απόμακρος,άσπλαχνος
fatherliness => πατρότητα, fatherlike => πατρικός, fatherlessness => Πατρική απουσία, fatherless => ορφανός, father-lasher => βίαιος πατέρας,