Greek Meaning of eggheaded

αυγοκέφαλος

Other Greek words related to αυγοκέφαλος

Definitions and Meaning of eggheaded in English

eggheaded

having the characteristics of an egghead

FAQs About the word eggheaded

αυγοκέφαλος

having the characteristics of an egghead

εγκεφαλικός,διανοουμενίστικος,διανοούμενος,διανοούμενος,επιστημονικός,σπασίκλας,νερντάτος,σπασίκλας,ακαδημαϊκός,ακαδημαϊκός

αντιδιανοούμενος,αναλφάβητος,χυδαίος,αντιδιανοητικός,ακαλλιέργητος,Ακαλλιέργητος,Αμόρφωτος,σκοτεινός,φιλισταίος,αργός

egged (on) => παροτρύνω (κάποιος να κάνει κάτι), egg on one's face => Αβγό στο πρόσωπο, egg (on) => αυγό (σε), efforts => προσπάθειες, effluents => απόνερα,