Greek Meaning of egging (on)
υποκίνηση (σε)
Other Greek words related to υποκίνηση (σε)
Nearest Words of egging (on)
- eggheadedness => Νοημοσύνη
- eggheaded => αυγοκέφαλος
- egged (on) => παροτρύνω (κάποιος να κάνει κάτι)
- egg on one's face => Αβγό στο πρόσωπο
- egg (on) => αυγό (σε)
- efforts => προσπάθειες
- effluents => απόνερα
- efficiency apartments => Αποδοτικά διαμερίσματα
- efficiencies => Αποδοτικότητες
- effeteness => αναποτελεσματικότητα
Definitions and Meaning of egging (on) in English
egging (on)
to urge or encourage (someone) to do something that is usually foolish or dangerous
FAQs About the word egging (on)
υποκίνηση (σε)
to urge or encourage (someone) to do something that is usually foolish or dangerous
ενθαρρυντικός,επείγον,πειθώ,παροτρύνοντας,πρόκληση,σπρώξιμο,σπρώξιμο,Υποδεικνύωντας,ωθώντας,κίνητρο
έλεγχος,αποτρεπτικός,αποθαρρυντικός,συγκράτηση,φρενάρισμα,περιοριστική,κράσπεδο,αποτρεπτικός,ανασταλτικός,συγκρατημένος
eggheadedness => Νοημοσύνη, eggheaded => αυγοκέφαλος, egged (on) => παροτρύνω (κάποιος να κάνει κάτι), egg on one's face => Αβγό στο πρόσωπο, egg (on) => αυγό (σε),