Greek Meaning of drummed (out)

εκδιωγμένος

Other Greek words related to εκδιωγμένος

Definitions and Meaning of drummed (out) in English

drummed (out)

No definition found for this word.

FAQs About the word drummed (out)

εκδιωγμένος

εξόριστος,αποβάλλω / εξορίζω,κυνηγημένος,απολυμένος,εκτοπισμένος,αποδείχτηκε,εκκίνηση (εκτός),πεταμένος έξω,φανερώθηκε,έτρεξε μακριά

αποδεκτό,παραδεκτός,έλαβε,πήρε,στεγασμένος,καλωσόρισε,πήρε μέσα,διασκεδασμένος,φιλοξενούν,καταλύει

drumfires => τύμπανα φωτιάς, drumbeats => χτύποι των τυμπάνων, drum (out) => τυμπανίζω (έξω), drugstores => φαρμακεία, drugs => Φάρμακα,