Greek Meaning of drudgeries

δουλειές

Other Greek words related to δουλειές

Definitions and Meaning of drudgeries in English

drudgeries

hard or dull work, dull, irksome, and fatiguing work

FAQs About the word drudgeries

δουλειές

hard or dull work, dull, irksome, and fatiguing work

δουλοπάροικοι,προσπάθειες,προσπάθειες,στολές,πόνοι,πόνοι,δουλείες,ιδρώτας,Κόποι,γαϊδουροδουλειά

διασκεδάσεις,αποκλίσεις,ανακουφίζει,ψυχαγωγία,διασκέδαση,παίζει,Χαλαρώσεις,ξεκουράζεται,Αθλήματα,αδράνειες

drubs => τσακίζει, drubbings => ξύλο, drowsed (off) => Υπνηλία (εκτός), drowse (off) => νυστάζω, drowns => πνίγεται,