Greek Meaning of drumming up
τύμπανο
Other Greek words related to τύμπανο
- ερχόμενος με
- παρασκευάζω
- κατασκευή
- μαγείρεμα
- σχεδίαση
- εφεύρεση
- σκέψη (πάνω)
- σχεδιάζοντας
- στοχαστικός
- Μακιγιάζ
- κατασκευή
- παραγωγική
- πλαστογραφείν
- Βαμπιρισμός (πάνω)
- νομισματοκοπία
- συλλαμβάνω
- επινοώντας
- Ονειροπόλημα ξύπνιοι
- ονειρευόμενος
- όραμα
- κατασκευή
- φαντασιωνόμενος
- εκκόλαψη
- φανταζόμενος
- αυτοσχεδιάζοντας
- οπτικοποιώντας
Nearest Words of drumming up
Definitions and Meaning of drumming up in English
drumming up
invent, originate, to bring about by persistent effort
FAQs About the word drumming up
τύμπανο
invent, originate, to bring about by persistent effort
ερχόμενος με,παρασκευάζω,κατασκευή,μαγείρεμα,σχεδίαση,εφεύρεση,σκέψη (πάνω),σχεδιάζοντας,στοχαστικός,Μακιγιάζ
κλωνοποίηση,αντιγραφή,αντιγραφή,Μιμούμενος (masc. sing.),μιμούμενος,πολλαπλασιασμός,αναπαραγωγή,αντιγραφή,αντιγράφοντας
drumming (out) => τύμπανο (έξω), drummed up => τύμπανο, drummed (out) => εκδιωγμένος, drumfires => τύμπανα φωτιάς, drumbeats => χτύποι των τυμπάνων,