Greek Meaning of dragooning
καταναγκαστική στρατολόγηση
Other Greek words related to καταναγκαστική στρατολόγηση
- εξαναγκασμός
- πειστικός
- Επιβολή
- υποχρεωτικός
- προθυμος
- εκβιασμός
- εκβιασμός
- εκφοβισμός
- περιοριστική
- εκφοβισμός
- οδήγηση
- επιτακτικός
- εντυπωσιακός
- φοβερός
- κατασκευή
- μυώδες
- επείγον
- πιεστικός
- Γεμίζω μ' άμμο
- ενοχλητικός
- εκφοβισμός
- μπουλντόζες
- σέρνοντας
- παρενόχληση
- κήρυγμα
- πίεση
- καταδίωξη
- απειλητικός
- ντροπιαστικό
- Τρομοκρατικός
- απειλητικός
- Στριφογύρισμα του χεριού
Nearest Words of dragooning
- dragunov => Ντραγκούνοφ
- drain => αποχέτευση
- drain basket => Σουρωτήρι
- drain the cup => Αδειάζω το ποτήρι
- drainable => στραγγιζόμενο
- drainage => αποστράγγιση
- drainage area => Λεκάνη απορροής
- drainage basin => λεκάνη απορροής
- drainage ditch => τάφρος αποστράγγισης
- drainage system => σύστημα αποχέτευσης
Definitions and Meaning of dragooning in English
dragooning (p. pr. & vb. n.)
of Dragoon
FAQs About the word dragooning
καταναγκαστική στρατολόγηση
of Dragoon
εξαναγκασμός,πειστικός,Επιβολή,υποχρεωτικός,προθυμος,εκβιασμός,εκβιασμός,εκφοβισμός,περιοριστική,εκφοβισμός
επιτρέποντας,αφήνοντας,μετακινούμενο,επιτρέποντας,υποστηρίζοντας,επαγωγική,ικανοποιητικό,μιλάω (σε),νικηφόρα (πάνω),πειστικός
dragooner => Δραγόνος, dragooned => στρατολογήθηκε, dragoonade => Δραγονάδες, dragoon => Δραγώνος, dragon's tail => Ουρά δράκου,