Greek Meaning of dragooning

καταναγκαστική στρατολόγηση

Other Greek words related to καταναγκαστική στρατολόγηση

Definitions and Meaning of dragooning in English

Webster

dragooning (p. pr. & vb. n.)

of Dragoon

FAQs About the word dragooning

καταναγκαστική στρατολόγηση

of Dragoon

εξαναγκασμός,πειστικός,Επιβολή,υποχρεωτικός,προθυμος,εκβιασμός,εκβιασμός,εκφοβισμός,περιοριστική,εκφοβισμός

επιτρέποντας,αφήνοντας,μετακινούμενο,επιτρέποντας,υποστηρίζοντας,επαγωγική,ικανοποιητικό,μιλάω (σε),νικηφόρα (πάνω),πειστικός

dragooner => Δραγόνος, dragooned => στρατολογήθηκε, dragoonade => Δραγονάδες, dragoon => Δραγώνος, dragon's tail => Ουρά δράκου,