Greek Meaning of deselected

απροεπιλεγμένος

Other Greek words related to απροεπιλεγμένος

Definitions and Meaning of deselected in English

deselected

dismiss sense 3, reject, to cause (something previously selected) to no longer be selected in a software interface, dismiss, reject

FAQs About the word deselected

απροεπιλεγμένος

dismiss sense 3, reject, to cause (something previously selected) to no longer be selected in a software interface, dismiss, reject

αρνήθηκε,απορριφθείς,απορριπτόμενος,Απέφευξε,αρνηθεί,αποδοκιμασμένος,απολυμένος,αμφισβητούμενο,απαγόρευσε,αρνητικό

αποδεκτό,υιοθετημένος,εγκρίθηκε,έλαβε,επιλεγμένα,ανεκτή,συμφωνημένο (με),συμφώνησε,συμφωνήθηκε,διάλεξε

deselect => αποεπιλογή, desegregating => αποσκορπισμός, desecrations => βεβηλώσεις, descriptions => περιγραφές, descries => διακρίνει,