Greek Meaning of acceded

προσχώρησε

Other Greek words related to προσχώρησε

Definitions and Meaning of acceded in English

Webster

acceded (imp. & p. p.)

of Accede

FAQs About the word acceded

προσχώρησε

of Accede

συμφώνησε,συμφωνήθηκε,αποδεκτό,συμφώνησε,υιοθετημένος,υποβληθεί,εγγεγραμμένος,υπέκυψε,έμεινε,κατοικία

διαφωνία,αποκρούω,απορριφθείς,απορριπτόμενος,αρνηθεί,περιφρονημένος,περιφρονημένος,αρνήθηκε

accede => προσχωρώ, accaroid resin => Ρητίνη ακαροειδών, accadian => Ακκαδική, acc => acc, acaulous => άμισχος,