Greek Meaning of concupiscent
επιθυμητικός
Other Greek words related to επιθυμητικός
- Κέρατο
- ζεστό
- ερωτικός
- παθιασμένος
- διεγερμένος
- ενθουσιασμένος
- αίγειος
- ανήθικος
- φαγούρα
- άσεμνος
- Ολισθηρός
- Ολισθηρός
- καυλιάρης
- Φριβολος
- σατιρικός, -ή, -ό
- αυθαίρετος
- κατευνασμένος
- διεφθαρμένος
- παρακμιακός
- εκφυλισμένος
- Υποβαθμισμένο
- Αποθαρρυμένος
- διεστραμμένος
- διασκορπισμένος
- διεφθαρμένος
- εύκολος
- γρήγορος
- απρεπής
- χαλαρός
Nearest Words of concupiscent
- concur => συμφωνώ
- concurrence => Ανταγωνισμός
- concurrency => Συντρέχουσα εκτέλεση
- concurrent => παράλληλος
- concurrent execution => Ταυτόχρονη εκτέλεση
- concurrent negligence => Συντρέχουσα αμέλεια
- concurrent operation => Συγχρονες λειτουργιες
- concurrently => Ταυτόχρονος
- concurring => σύμφωνος
- concurring opinion => σύμφωνη γνώμη
Definitions and Meaning of concupiscent in English
concupiscent (s)
vigorously passionate
FAQs About the word concupiscent
επιθυμητικός
vigorously passionate
Κέρατο,ζεστό,ερωτικός,παθιασμένος,διεγερμένος,ενθουσιασμένος,αίγειος,ανήθικος,φαγούρα,άσεμνος
Άγαμος,αγνός,αξιοπρεπής,κρύο,άμωμος,σεμνός,μοναστικός,μοναστικός,ηθικός,καθαρός
concupiscence => επιθυμία, concubine => παλλακίδα, concubinage => παλλακεία, concretize => συγκεκριμενοποιώ, concretistic => σκυρόδεμα,