Greek Meaning of prudish
Πουριτανικός
Other Greek words related to Πουριτανικός
Nearest Words of prudish
- prudishly => Πολύ σεμνά
- prudishness => ντροπαλότητα
- prumnopitys => Προυμνοπίτιδες
- prumnopitys amara => Prumnopitys amara
- prumnopitys andina => Prumnopitys andina
- prumnopitys elegans => Prumnopitys elegans
- prumnopitys ferruginea => Prumnopitys ferruginea
- prumnopitys taxifolia => Προυμνοπίτυς η ταξίφυλλος
- prune => Δαμάσκηνο
- prune cake => Δαμασκηνόπιτα
Definitions and Meaning of prudish in English
prudish (s)
exaggeratedly proper
FAQs About the word prudish
Πουριτανικός
exaggeratedly proper
πουριτανικός,βικτοριανός,ηθικός,μωροφιλόδοξος,σφιγμένος,κατάλληλος,Συντηρητικός,συντηρητικός,πουριτανικός,αξιοπρεπής
κακός,ανήθικος,ακατάλληλος,απρεπής,χαλαρός,απελευθερωμένος,χαλαρός,επιτρεπτικό,κακός,εκφυλισμένος
prudhoe bay => Κόλπος Προύντχο, prudery => υποκρισία, prudently => με σύνεση, prudential => φρόνιμος, prudent => συνετός,