Greek Meaning of libidinous
ερωτικός
Other Greek words related to ερωτικός
- ζεστό
- παθιασμένος
- διεγερμένος
- επιθυμητικός
- ενθουσιασμένος
- αίγειος
- Κέρατο
- ανήθικος
- φαγούρα
- άσεμνος
- Ολισθηρός
- Ολισθηρός
- καυλιάρης
- Φριβολος
- σατιρικός, -ή, -ό
- αυθαίρετος
- κατευνασμένος
- διεφθαρμένος
- παρακμιακός
- εκφυλισμένος
- Υποβαθμισμένο
- Αποθαρρυμένος
- διεστραμμένος
- διασκορπισμένος
- διεφθαρμένος
- εύκολος
- γρήγορος
- απρεπής
- χαλαρός
Nearest Words of libidinous
- libidinist => Λιμπιντινιστής
- libidinal energy => λιμπιντική ενέργεια
- libethenite => Λιβεθενίτης
- liberty ship => Πλοίο της ελευθερίας
- liberty party => Κόμμα της Ελευθερίας
- liberty island => Νησί της Ελευθερίας
- liberty chit => άδεια εξόδου
- liberty cap => σκούφος της ελευθερίας
- liberty bell => Liberty Bell
- liberty => ελευθερία
Definitions and Meaning of libidinous in English
libidinous (s)
driven by lust; preoccupied with or exhibiting lustful desires
libidinous (a.)
Having lustful desires; characterized by lewdness; sensual; lascivious.
FAQs About the word libidinous
ερωτικός
driven by lust; preoccupied with or exhibiting lustful desiresHaving lustful desires; characterized by lewdness; sensual; lascivious.
ζεστό,παθιασμένος,διεγερμένος,επιθυμητικός,ενθουσιασμένος,αίγειος,Κέρατο,ανήθικος,φαγούρα,άσεμνος
Άγαμος,αγνός,αξιοπρεπής,κρύο,άμωμος,σεμνός,ηθικός,καθαρός,ενάρετος,αθώος
libidinist => Λιμπιντινιστής, libidinal energy => λιμπιντική ενέργεια, libethenite => Λιβεθενίτης, liberty ship => Πλοίο της ελευθερίας, liberty party => Κόμμα της Ελευθερίας,