Greek Meaning of combing
χτένισμα
Other Greek words related to χτένισμα
- αναζήτηση
- εκβάθυνση
- εξετάζω
- εξερεύνηση
- εύρημα
- επιθεωρώντας
- ερευνώντας
- εντοπισμός
- σάρωμα
- λεηλασία
- ψάχνω
- σάρωση
- καθαρισμός
- τοπογραφία.
- τρολάρισμα
- (σκάψιμο) μέσα από
- κυνήγι (μέσω)
- ταξινόμηση (μέσω)
- διαπιστώνοντας
- Ελεγκτική
- Περιήγηση
- ανίχνευση
- υπισχνόμενος
- ανακαλύπτω
- έλεγχος
- αποκτώντας
- μάθηση
- επιθεώρηση
- διερεύνηση
- σπειρώματα κάννης
- εξεταστικός
- σπουδάζει
- έλεγχος (out)
- εντοπίζω (έξω)
- ανακαλύπτοντας
- ματιά
- χτύπημα
- κοιτάζοντας πάνω από
- χάιδεμα
- τσιμπώντας (γύρω)
- προοπτική
- αναθεώρηση
- τρέχω προς τα κάτω
- εκβιασμός
- Κατασκοπεία
- Παρακολούθηση (down)
Nearest Words of combing
- combined operation => Συνδυασμένη επιχείρηση
- combined dna index system => Συνδυασμένο σύστημα καταλόγου DNA
- combined => συνδυασμένος
- combine => συνδυάζω
- combinatory => συνδυαστικός
- combinatorial => συνδυαστικός
- combinative => Συνδυαστικός
- combinational => συνδυαστικός
- combination salad => Συνδυαστική σαλάτα
- combination plane => Συνδυασμένος τρούγας
Definitions and Meaning of combing in English
combing (n)
the act of drawing a comb through hair
FAQs About the word combing
χτένισμα
the act of drawing a comb through hair
αναζήτηση,εκβάθυνση,εξετάζω,εξερεύνηση,εύρημα,επιθεωρώντας,ερευνώντας,εντοπισμός,σάρωμα,λεηλασία
κρύβοντας,Χάνοντας,αγνοώντας,Εγκατάλειψη,παραμελώ
combined operation => Συνδυασμένη επιχείρηση, combined dna index system => Συνδυασμένο σύστημα καταλόγου DNA, combined => συνδυασμένος, combine => συνδυάζω, combinatory => συνδυαστικός,