Greek Meaning of came along
Πέρασε
Other Greek words related to Πέρασε
- ήρθε
- έκανε
- πορευμένος
- πήγε
- Τά 'βρισκαν καλά
- συνέχισε
- προχώρησε
- προχωρημένος
- συνέχισε
- έφυγε
- προηγμένος
- Κόμιστρο
- σφυρηλατημένος
- ρυθμισμένος
- κέρδισε έδαφος
- επιτάχυνε
- επιταχυνόμενος
- ενεργοποιημένος
- πλησίασε
- οδήγησε
- ωθούμενος
- ταξίδεψε
- πλησίαζε
- πέρασε
- τρέχω
- επισκευάστηκε
- τρέχω
- ταξίδεψε
- ταξίδεψε
- ελικοειδής
- επιταχυνόμενος
- ώθηθηκε
- έσπρωξε
- επιταχυνόμενος
- έβγαλε
- συλληφθείς
- αποκλεισμένο
- επιλεγμένο
- παρέμεινε
- σταμάτησε
- ανασταλμένος
- αργός (προς τα κάτω ή προς τα πάνω)
- έμεινε
- στάθηκε
- Έπαψε
- καθυστερημένος
- κρατημένος
- διακοπεί
- εμπόδισε
- παρεμποδισμένος
- παρεμποδισμένο
- ανασταλμένος
- διακοπείσα
- εμπόδισαν
- σε παύση
- καταπιεσμένος
- στελεχωμένος
- καταπιεσμένη
- σβησμένος
- σταμάτησε
- Στενός
- αφήνω κάτι
- Τσιμπημένο
- καχεκτικός
- περίμενε
Nearest Words of came along
Definitions and Meaning of came along in English
came along
to go with as a companion, to accompany someone who leads the way, to make progress, to make an appearance, a small portable winch usually consisting of a cable attached to a hand-operated ratchet
FAQs About the word came along
Πέρασε
to go with as a companion, to accompany someone who leads the way, to make progress, to make an appearance, a small portable winch usually consisting of a cable
ήρθε,έκανε,πορευμένος,πήγε,Τά 'βρισκαν καλά,συνέχισε,προχώρησε,προχωρημένος,συνέχισε,έφυγε
συλληφθείς,αποκλεισμένο,επιλεγμένο,παρέμεινε,σταμάτησε,ανασταλμένος,αργός (προς τα κάτω ή προς τα πάνω),έμεινε,στάθηκε,Έπαψε
came again => ήρθε πάλι, came across (as) => συναντήθηκε (σαν), came about => προέκυψε, came a cropper => αποτυγχάνω, came (to) => ήρθε σε,