Greek Meaning of came down (with)
(άρρωστησε (από))
Other Greek words related to (άρρωστησε (από))
Nearest Words of came down (with)
Definitions and Meaning of came down (with) in English
came down (with)
to begin to have or suffer from (an illness)
FAQs About the word came down (with)
(άρρωστησε (από))
to begin to have or suffer from (an illness)
πιάστηκε,συμφωνημένο,πήρα,υπέκυψε (σε),πήρε,απέτυχε,σπαταλημένος,εξασθενημένος,μαραμένος,επιδεινώθηκε
επέστρεψε,κέρδισε,γιατρεύτηκε,ανακτηθεί,επισκευασμένο,στράφηκε πίσω,συγκεντρωμένοι,ανάρρωσε,επανήλθε,ανακτημένος
came down => κατέβηκε, came clean (about) => ομολόγησε (για), came by => ήρθε, came back => επέστρεψε, came around => ήρθε γύρω,