Greek Meaning of brigading

Ταξιαρχία

Other Greek words related to Ταξιαρχία

Definitions and Meaning of brigading in English

Webster

brigading (p. pr. & vb. n.)

of Brigade

FAQs About the word brigading

Ταξιαρχία

of Brigade

Δέσιμο,συνδυάζοντας,συσσωμάτωση,συσσώρευση,κτηνοτροφία,κυψέλη,σύνδεση,συγχώνευση,συγκέντρωση,Υποστύλωση

αποσυντιθέμενος,διασπείρω,διαλυόμενος,διαλυτικός,διασκόρπιση,αποστολή,διαχωρίζοντας,διάλυση,απορρίπτω,διαλυτικός

brigadier general => ταξίαρχος, brigadier => ταξίαρχος, brigaded => οργανωμένο σε ταξιαρχίες, brigade => Ταξιαρχία, brig => μπρίκι,