Greek Meaning of brig
μπρίκι
Other Greek words related to μπρίκι
- φυλακή
- Σωφρονιστικό ίδρυμα
- φυλακή
- Βαστίλη
- μεγάλο σπίτι
- σωφρονιστήριο
- κλουβί
- Φυλακή
- κρότος
- ψυγείο
- κοτέτσι
- Σκοπιά
- κουτουπίδι
- φυλακή
- φυλακή
- κανάτα
- φυλακή
- στυλό
- αργός
- slammer
- πασσαλοπήγαδο
- διόδια
- μπλοκ
- Ταυρομαχείο
- μπορώ
- Κύτταρο
- Στρατόπεδο συγκέντρωσης
- μπουντρούμι
- Θερμοκήπιο
- φυλάκιο
- Γκούλαγκ
- κρατώ
- τρύπα
- τέρας
- άρθρωση
- κρατάω
- Στρατόπεδο εργασίας
- Νικ
- μπουντρούμι
- Στρατόπεδο αιχμαλώτων
- ότι
- αναμορφωτήριο
- χτύπημα
- Στάλαγκ
- ανακατεύω
- Άρμα μάχης
- Νοσοκομειακό τμήμα
- Στρατόπεδο εργασίας
Nearest Words of brig
Definitions and Meaning of brig in English
brig (n)
two-masted sailing vessel square-rigged on both masts
a penal institution (especially on board a ship)
brig (n.)
A bridge.
A two-masted, square-rigged vessel.
On a United States man-of-war, the prison or place of confinement for offenders.
FAQs About the word brig
μπρίκι
two-masted sailing vessel square-rigged on both masts, a penal institution (especially on board a ship)A bridge., A two-masted, square-rigged vessel., On a Unit
φυλακή,Σωφρονιστικό ίδρυμα,φυλακή,Βαστίλη,μεγάλο σπίτι,σωφρονιστήριο,κλουβί,Φυλακή,κρότος,ψυγείο
έξω
briery => ακανθώδης, brier-wood => ρείκι, brierwood => Κολογένια, brierpatch => Βατόδεντρο, briered => ακανθώδης,