Greek Meaning of stockade
πασσαλοπήγαδο
Other Greek words related to πασσαλοπήγαδο
- μπρίκι
- φυλακή
- Σωφρονιστικό ίδρυμα
- φυλακή
- Βαστίλη
- μεγάλο σπίτι
- σωφρονιστήριο
- κλουβί
- Φυλακή
- ψυγείο
- κοτέτσι
- Σκοπιά
- κουτουπίδι
- φυλακή
- φυλακή
- κανάτα
- φυλακή
- στυλό
- αργός
- slammer
- διόδια
- μπλοκ
- Ταυρομαχείο
- μπορώ
- Κύτταρο
- κρότος
- Στρατόπεδο συγκέντρωσης
- μπουντρούμι
- Θερμοκήπιο
- φυλάκιο
- Γκούλαγκ
- κρατώ
- τρύπα
- άρθρωση
- κρατάω
- Στρατόπεδο εργασίας
- Νικ
- μπουντρούμι
- Στρατόπεδο αιχμαλώτων
- ότι
- Σχολείο επανόρθωσης
- αναμορφωτήριο
- χτύπημα
- Στάλαγκ
- ανακατεύω
- Άρμα μάχης
- Νοσοκομειακό τμήμα
- Στρατόπεδο εργασίας
Nearest Words of stockade
- stock warrant => Εντολή αγοράς μετοχών
- stock up => Αποθηκεύω
- stock trader => χρηματιστής
- stock ticker => Τicker χρηματιστηρίου
- stock symbol => Κωδικός μετοχής
- stock split => Διανομή μετοχών
- stock saddle => Σέλα
- stock room => αποθήκη
- stock raiser => Κτηνοτρόφος
- stock purchase plan => Σχέδιο αγοράς μετοχών
- stockbroker => Χρηματιστής
- stockbroker belt => Ζώνη χρηματιστή
- stockcar => στόκ-καρ
- stocked => εφοδιασμένος
- stocked with => εξοπλισμένο με
- stocker => αποθηκάριος
- stockfish => Πάστος μπακαλιάρος
- stockholder => μέτοχος
- stockholder of record => Καταχωρημένος μέτοχος
- stockholders meeting => Γενική Συνέλευση
Definitions and Meaning of stockade in English
stockade (n)
fortification consisting of a fence made of a line of stout posts set firmly for defense
a penal camp where political prisoners or prisoners of war are confined (usually under harsh conditions)
stockade (v)
surround with a stockade in order to fortify
FAQs About the word stockade
πασσαλοπήγαδο
fortification consisting of a fence made of a line of stout posts set firmly for defense, a penal camp where political prisoners or prisoners of war are confine
μπρίκι,φυλακή,Σωφρονιστικό ίδρυμα,φυλακή,Βαστίλη,μεγάλο σπίτι,σωφρονιστήριο,κλουβί,Φυλακή,ψυγείο
έξω
stock warrant => Εντολή αγοράς μετοχών, stock up => Αποθηκεύω, stock trader => χρηματιστής, stock ticker => Τicker χρηματιστηρίου, stock symbol => Κωδικός μετοχής,