FAQs About the word compiling

σύνταξη

the act of compiling (as into a single book or file or list)

συλλογή,Ανθολόγηση,συναρμολόγηση,Επεξεργασία,συνάντηση,αναθεώρηση,συσσωρεύοντας,συσσωρεύοντας,σύγκριση,ομαδοποίηση

No antonyms found.

compiler => μεταγλωττιστής, compile => μεταγλωττίζω, compilation => συλλογή, competitory => ανταγωνιστικός, competitor => ανταγωνιστής,