Greek Meaning of bombed-out

βομβαρδισμένο

Other Greek words related to βομβαρδισμένο

Definitions and Meaning of bombed-out in English

bombed-out

extremely dilapidated or run-down, destroyed by bombing

FAQs About the word bombed-out

βομβαρδισμένο

extremely dilapidated or run-down, destroyed by bombing

ερειπωμένος,παραμελημένος,εγκαταλελειμμένος,σπασμένο,έρημος,κοντόχοντρος,γκράντζι,ψωραλέος,κουρελιασμένος,φθαρμένος

ολοκαίνουργιο,φρέσκος,διατηρήθηκε,συντηρημένο,νέος,ανακατασκευασμένος,επισκευασμένο,μπαλωμένο,ξαναχτίστηκε,φροντισμένοι

bombardments => βομβαρδισμοί, bolts => Μπουλόνια, bolt-holes => τρύπες διαφυγής, bolt out of the blue => κεραυνός εν αιθρία, bolt from the blue => κεραυνός εν αιθρία,