Greek Meaning of brand-new
ολοκαίνουργιο
Other Greek words related to ολοκαίνουργιο
- μολυσμένος
- σπασμένο
- Μώλωπας
- Μολυσμένος
- κατεστραμμένος
- παραμορφωμένο
- ξεθωριασμένος
- πόνος
- εξασθενημένος
- τραυματισμένος
- φθαρμένος
- λερωμένος
- μπαγιάτικος
- μολυσμένος
- χρησιμοποιημένο
- φθαρμένος
- βεβηλωμένος
- βλάβη
- κατεστραμμένο
- μολυσμένος
- μεταχειρισμένο
- κακομαθημένος
- φθαρμένος
- Μολυσμένο
- παραμορφωμένος
- μεταχειρισμένο ρούχο
Nearest Words of brand-new
Definitions and Meaning of brand-new in English
brand-new (s)
conspicuously new
brand-new (a.)
Quite new; bright as if fresh from the forge.
FAQs About the word brand-new
ολοκαίνουργιο
conspicuously newQuite new; bright as if fresh from the forge.
φρέσκος,μέντα,αμόλυντος,νέος,αλώβητος (-η, -ο),παρθένος,παρθενικός,καινούργιος,Λάμψη,Αστραφτερός.
μολυσμένος,σπασμένο,Μώλωπας,Μολυσμένος,κατεστραμμένος,παραμορφωμένο,ξεθωριασμένος,πόνος,εξασθενημένος,τραυματισμένος
brand-name drug => Επώνυμο φάρμακο, brandmark => εμπορικό σήμα, brandle => Κούνιε, λικνίζω, brandishing => επιδεικνύοντας, brandisher => χειριστής,