Greek Meaning of hand-me-down

μεταχειρισμένο ρούχο

Other Greek words related to μεταχειρισμένο ρούχο

Definitions and Meaning of hand-me-down in English

Wordnet

hand-me-down (n)

outgrown garment passed down from one person to another

Wordnet

hand-me-down (s)

passed on from one person to another

FAQs About the word hand-me-down

μεταχειρισμένο ρούχο

outgrown garment passed down from one person to another, passed on from one person to another

μεταχειρισμένο,δανεισμένος,παλιό,Μεταχειρισμένο,παλιό,φθαρμένος,υποθετικός

προσαρμογή,ολοκαίνουργιο,συνήθεια,Προσαρμοσμένο,νέος,Εξατομικευμένο,αχρησιμοποίητος,κατόπιν παραγγελίας ,Κατασκευασμένο κατά παραγγελία,καμωμένο στα μέτρα

handmaiden => θεραπαινίδα, handmaid => Υπηρέτρια, handmade => χειροποίητο, hand-loomed => Χειροποίητα, handloom => Χειροκίνητος αργαλειός,