Greek Meaning of handover
παράδοση
Other Greek words related to παράδοση
Nearest Words of handover
Definitions and Meaning of handover in English
handover (n)
act of relinquishing property or authority etc
FAQs About the word handover
παράδοση
act of relinquishing property or authority etc
παραδίδω,Ξάπλωσε,παραιτούμαι,Αποδίδω,παράδοση,στρέφω,αναποδογυρίζω,εγκαταλείπω,παραχωρώ,βήχω (ρήμα)
κρατάω,διατηρώ,παρακράτηση
handout => φυλλάδιο, hand-operated => Χειροκίνητος, handoff => παράδοση, hand-me-down => μεταχειρισμένο ρούχο, handmaiden => θεραπαινίδα,