Greek Meaning of mangy
ψωραλέος
Other Greek words related to ψωραλέος
- ερειπωμένος
- παραμελημένος
- ατημέλητος
- εγκαταλελειμμένος
- σπασμένο
- έρημος
- γαϊδουρόαυτη
- κοντόχοντρος
- γκράντζι
- σκοροφαγωμένος
- κουρελιασμένος
- φθαρμένος
- κατεστραμμένος
- τριβή
- ξεπεσμένος
- φθαρμένος
- ύπουλος
- κολλώδης
- κουρελιασμένος
- φθαρμένος
- φθαρμένος
- παλιός
- κουρασμένος
- ατημέλητος
- κατεστραμμένος
- φτωχός
- Πήγε στον σπόρο
- ερειπωμένος
- αγκαθωτός
- σπασμένος
- κατεστραμμένος
- σαπισμένο
- ετοιμόρροπος
- κατεστραμμένος
- επιδεινωμένο
- Επιδεινούμενος
- μουντός
- εγκαταλελειμμένος
- ξεχασμένος από το θεό
- πόνος
- τραυματισμένος
- μέση τιμή
- θορυβώδης
- ετοιμόρροπο
- τρεμάμενος
- ερειπωμένος
- κουρελιασμένος
- απεριποίητος
- Φθαρμένος
- βυθισμένο
- βομβαρδισμένο
- φθαρμένος
Nearest Words of mangy
- manhaden => Μανχάταν
- manhandle => κακομεταχειρίζομαι
- manhattan clam chowder => Μανχάταν κλαμ τσάουντερ
- manhattan island => Το Μανχάταν
- manhattan project => Πρότζεκτ Μανχάταν
- manhead => τρύπα ανθρώπου
- manhes process => Διεργασία Μανχές
- manhole => Φρεάτιο
- manhole cover => Κάλυμμα φρεατίου
- manhood => ανδρισμός
Definitions and Meaning of mangy in English
mangy (s)
having many worn or threadbare spots in the nap
mangy (superl.)
Infected with the mange; scabby.
FAQs About the word mangy
ψωραλέος
having many worn or threadbare spots in the napInfected with the mange; scabby.
ερειπωμένος,παραμελημένος,ατημέλητος,εγκαταλελειμμένος,σπασμένο,έρημος,γαϊδουρόαυτη,κοντόχοντρος,γκράντζι,σκοροφαγωμένος
ολοκαίνουργιο,φρέσκος,διατηρήθηκε,συντηρημένο,νέος,επισκευασμένο,μπαλωμένο,ανακατασκευασμένος,φανταχτερός,φροντισμένοι
mangue => Μάνγκο, mangrove snapper => Μαγκρόβιο ροφό, mangrove family => Οικογένεια Rhizophoraceae, mangrove => Μαγγρόβια, mangosteen tree => δέντρο μανγκοστάν,