Greek Meaning of batched

ομαδοποιημένων

Other Greek words related to ομαδοποιημένων

Definitions and Meaning of batched in English

batched

to live as a bachelor, a small house or weekend cottage

FAQs About the word batched

ομαδοποιημένων

to live as a bachelor, a small house or weekend cottage

συσσωρευμένος,συναρμολογημένο,κουλουριασμένος,δεμένο σε δέσμη,ομαδοποιημένο,συλλεγέν,συνδυασμένος,συμπυκνωμένος,συγκέντρωσε,συλλεγμένοι

διασκορπισμένος,διασκορπισμένος,διαλυμένος,διασκορπισμένο,απεσταλμένο,διαχωρισμένος,απολυμένος,διαλυμένος,αποκομμένος,χωρίζω

bat (around) => Πετάγεται τριγύρω, bat (around or back and forth) => Νυχτερίδα (γύρω ή μπρος-πίσω), bastions => προμαχώνες, bastinades => Καρτάλια, bastilles => βαπτιστήρια,