Greek Meaning of huddled
Συνωστισμένος
Other Greek words related to Συνωστισμένος
Nearest Words of huddled
- huddle together => Συνωστίζομαι
- huddle => ομάδα
- huddie leadbetter => Χάντι Λιντμπέτερ
- hud => HUD
- huckstress => μικροπωλήτρια
- huckstering => κομπογιαννιτισμός
- hucksterer => πλανόδιος
- huckstered => πουλήθηκε, πωλήθηκε ως πωλητής, πωλήθηκε ως πωλητής
- hucksterage => τσαρλατανισμός
- huckster => Πλανόδιος πωλητής
Definitions and Meaning of huddled in English
huddled (s)
crowded or massed together
huddled (imp. & p. p.)
of Huddle
FAQs About the word huddled
Συνωστισμένος
crowded or massed togetherof Huddle
γεμάτο,στοιβάζω,συναρμολογημένο,δεμένο σε δέσμη,ομαδοποιημένο,συγκλίνουσας,ανθισμένα,ποίμνιο,Αγκαλιάστηκε,πιεσμένο
διασκορπισμένος,χωρίζω,Χώρισαν,διαλυμένος
huddle together => Συνωστίζομαι, huddle => ομάδα, huddie leadbetter => Χάντι Λιντμπέτερ, hud => HUD, huckstress => μικροπωλήτρια,