Greek Meaning of huckstress
μικροπωλήτρια
Other Greek words related to μικροπωλήτρια
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of huckstress
- huckstering => κομπογιαννιτισμός
- hucksterer => πλανόδιος
- huckstered => πουλήθηκε, πωλήθηκε ως πωλητής, πωλήθηκε ως πωλητής
- hucksterage => τσαρλατανισμός
- huckster => Πλανόδιος πωλητής
- huckleberry oak => oak
- huckleberry finn => Χάκλμπερι Φιν
- huckleberry => μύρτιλο
- huckle-backed => καμπούρης
- huckle => Huckle
Definitions and Meaning of huckstress in English
huckstress (n.)
A female huckster.
FAQs About the word huckstress
μικροπωλήτρια
A female huckster.
No synonyms found.
No antonyms found.
huckstering => κομπογιαννιτισμός, hucksterer => πλανόδιος, huckstered => πουλήθηκε, πωλήθηκε ως πωλητής, πωλήθηκε ως πωλητής, hucksterage => τσαρλατανισμός, huckster => Πλανόδιος πωλητής,