Greek Meaning of winking (out)

ανοιγοκλείνοντας τα μάτια (έξω)

Other Greek words related to ανοιγοκλείνοντας τα μάτια (έξω)

Definitions and Meaning of winking (out) in English

winking (out)

No definition found for this word.

FAQs About the word winking (out)

ανοιγοκλείνοντας τα μάτια (έξω)

διακοπή,χωρίζοντας,παύοντας,τελικός,τέλος,λήγει,ανακοπή,παύω,χαλαρώνω,στάση

συνεχόμενος,κρεμαστό,σχέδιο,εκτίνω,επίμονος,παρατείνοντας

winking (at) => κλείσιμο ματιού σε, winked (out) => κλείνοντας το μάτι (έξω), winked (at) => κλείνω το μάτι (σε κάποιον), wink (out) => κλείνω το μάτι, wink (at) => κλείνω το μάτι (προς),