Greek Meaning of utterable
ανείπωτος
Other Greek words related to ανείπωτος
- απόλυτος
- ολοκληρωμένο
- ορισμένος
- εντελώς
- καθαρός
- διάφανος
- απλός
- συνολικό
- άνευ όρων
- Ολοήμερος
- θρασύς
- κενό
- κατηγορηματικός
- κατηγορηματικός
- Καθαρός
- σταθερά
- ολοκληρωμένος
- συντριβή
- διάολε
- κατάρατος
- θανατηφόρος
- απολύτως
- φοβερός
- ατελείωτος
- γνήσιος
- τεράστιος
- καθαρά και ξάστερα
- τέλειο
- αιώνιος
- κατακόρυφος
- βαθύς
- βαθμός
- πραγματικός
- τακτικός
- σκληρός
- κατευθείαν
- εμπεριστατωμένος
- διεξοδικός
- ατόφιος
- απαύστως
- αμείωτος
- ανειδίκευτος
- πολύ
- με το γκάζι στο τέρμα
- αυθεντικός
- ανθισμένος
- καταπληκτικός
- κλασικός
- επιβεβαιωμένο
- νεκρός
- αιώνιος
- εξαιρετικός
- ακραίο
- δίκαιο
- επίπεδος
- τρομερός
- συνήθης
- απελπισμένος
- φρικτός
- αμετανόητος
- κύριος
- πέτρα
- υπερθετικός
- Ανώτατος
- φοβερός
- φοβερός
- αθάνατος
- unremitting **ακατάπαυστος
- απεριόριστος
- πραγματικός
Nearest Words of utterable
Definitions and Meaning of utterable in English
utterable (s)
capable of being uttered in words or sentences
utterable (a.)
Capable of being uttered.
FAQs About the word utterable
ανείπωτος
capable of being uttered in words or sentencesCapable of being uttered.
απόλυτος,ολοκληρωμένο,ορισμένος,εντελώς,καθαρός,διάφανος,απλός,συνολικό,άνευ όρων,Ολοήμερος
αμφίβολος,αμφίβολος,κατάλληλος,αμφισβητήσιμος,περιορισμένος,αβέβαιος,αμφίβολος
utter => προφέρει, uttar pradesh => Ουτάρ Πραντές, utro => Πρωί, utriculus => ουτρίκουλος, utriculoid => ωοειδές κυστίδιο,