Greek Meaning of tied-up

δεμένος

Other Greek words related to δεμένος

Definitions and Meaning of tied-up in English

FAQs About the word tied-up

δεμένος

απασχολημένος,επιμελής,εργαζόμενος,αρραβωνιασμένος,κατειλημμένος,λειτουργική,ενεργός,εργατικός,πολυσύχναστος,εμβαπτισμένος

δωρεάν,αδρανής,αδρανής,άψυχο,Ανεργος,ακατοίκητο,κοιμισμένος,νεκρός,αδρανής,βαρετό

tied into => συνδεδεμένο με, tied in => δεμένος, tie into => συνδέω, tidying (up) => τακτοποίηση (πάνω), tidy (up) => τακτοποιημένος,